Displaying items by tag: Τσίπουρο

Τι διαφορά έχει το ούζο, η τσικουδιά, το τσίπουρο και η ράκη;

Ούζο, τσικουδιά, τσίπουρο, ράκη. Τα ελληνικά ποτά διατηρούν το δικό τους φανατικό κοινό που τα προτιμά έναντι των ξενόφερτων αλκοολούχων. Η ιστορία τους, άλλωστε, στον ελλαδικό χώρο χρονολογείται αιώνες πίσω.
 Πόσοι όμως γνωρίζουν τι διαφορές έχουν ως προς τη σύσταση, αλλά και την παραγωγή τους;
Σαντορίνη, αποστολή: Ματθαίος Παπαοικονόμου-Σιδέρης
Ο Λουκάς Λυγνός, ιδιοκτήτης της ποτοποιίας – αποσταγματοποιίας «Κάναβα Σαντορινή», αναλαμβάνει να μας μυήσει στα μυστικά των ελληνικών ποτών. Η βιοτεχνία του παράγει ούζο, τσικουδιά, καθώς κι άλλα λικέρ. Για την ακρίβεια, η «Κάναβα Σαντορίνη» βγάζει το μοναδικό ούζο του νησιού.
Κίνηση αρκετά τολμηρή, δεδομένου ότι μερικά ναυτικά μίλια μακρύτερα βρίσκεται το νησί που το όνομά του έχει ταυτιστεί όσο κανενός άλλου με το ούζο. Μιλάμε φυσικά για τη Λέσβο και το Πλωμάρι.
Ο Λουκάς, ωστόσο, πιστεύει πως το προϊόν που παράγει, έχει τις δικές του αρετές. «Κάθε τόπος έχει και τα δικά του χαρακτηριστικά. Εμείς καταφέραμε να βάλουμε πινελιές από τη θηραϊκή γη, όπως τη χρήση σταφίδας, κι αυτό του δίνει μια ιδιαίτερη γεύση», εξηγεί, δίχως καμία διάθεση αυταρέσκειας. Ο ίδιος χρησιμοποιεί για το ούζο μια συνταγή από τη Σμύρνη, που φυσικά δεν αποκαλύπτει.
«Ο πατέρας μου ξεκίνησε από το ’66-’69 να πειραματίζεται και έφτιαχνε ούζο. Ήταν ναυτικός και κάποια στιγμή έφτασε στα χέρια του μια παλιά σμυρνέικη συνταγή από έναν παππού. Οι ρίζες της συνταγής είναι πάρα πολύ παλιές και την ίδια χρησιμοποιούμε ακόμη και σήμερα, παρόλα τα σύγχρονα μέσα και μηχανήματα».
«Ούζο, το κατεξοχήν ελληνικό προϊόν»
Ρωτώντας για την προέλευση του ούζου, μαθαίνουμε ότι «είναι το κατεξοχήν ελληνικό προϊόν».
 «Οι ρίζες του είναι πανάρχαιες», προσθέτει ο Λουκάς.
  Στο ερώτημα τι προτιμούν οι ξένοι τουρίστες, μεταξύ ούζου και τσικουδιάς, ο ίδιος εμφανίζεται κατηγορηματικός: «Ο κόσμος αγοράζει κυρίως ούζο. Είμαστε σε ένα τουριστικό νησί. Το ούζο είναι εξ ολοκλήρου ελληνικό προϊόν. Οπότε ο επισκέπτης που έρχεται στην Ελλάδα, θέλει να δοκιμάσει ένα καθαρά ελληνικό προϊόν».
Πώς γίνεται όμως η παραγωγή του; «Παίρνουμε καθαρή αλκοόλη γεωργικής προέλευσης την οποία την τροφοδοτεί το κράτος. Εμείς παίρνουμε την αλκοόλη και την αρωματίζουμε. Τη βάζουμε στο καζάνι και προσθέτουμε το γλυκάνισο και διάφορα αρωματικά βότανα.
Γίνεται ο βρασμός κι έτσι παίρνεις τα αρωματικά που έχεις προσθέσει. Ο ατμός υγροποιείται και παίρνουμε το αποτέλεσμα που θέλουμε», εξηγεί ο Λουκάς
Αξίζει να σημειωθεί ότι το ούζο του Λουκά έχει διακριθεί και στο εξωτερικό, αποσπώντας μάλιστα χρυσό μεταλλείο σε διαγωνισμό στη Γερμανία. «Κάποιος φίλος που πιστεύει στα προϊόντα μας, έστειλε το δικό μου και πήρε το χρυσό μετάλλιο ανάμεσα σε πολλά ούζα.
Αυτό άνοιξε πολλές πόρτες. Σιγά-σιγά άρχισαν να παίρνουν τηλέφωνο από τη Γερμανία και να ρωτούν “πού μπορούμε να το βρούμε;” Δεν χρειάστηκε καμία προώθηση. Η καλύτερη προώθηση είναι η ποιότητα του προϊόντος και ο καταναλωτής που το δοκιμάζει», λέει ο ιδιοκτήτης της βιοτεχνίας, αν και όπως διευκρινίζει το 90% της παραγωγής καταλήγει στη Σαντορίνη και μόνο το 10% σε Αθήνα και εξωτερικό.
Τι διαφορά έχει το ούζο με την τσικουδιά;
Ωστόσο, ο Λουκάς Λυγνός δεν περιορίζεται στο ούζο. Αυτό φανερώνει άλλωστε και ο χαρακτηρισμός της βιοτεχνίας «Κάναβα Σαντορινή» ως ποτοποιία – αποσταγματοποιία: Ποτοποιία λόγω της παραγωγής ούζου και λικέρ και αποσταγματοποιία λόγω της τσικουδιάς, κάτι που μας φέρνει στη διαφορά των δύο παραδοσιακών ποτών.
Ο Λουκάς αναλαμβάνει να εξηγήσει: «Η διαφορά με το ούζο, είναι ότι το ούζο είναι 70% απόσταγμα, ενώ η τσικουδιά είναι 100% απόσταγμα, την παράγουμε εμείς. Το υπόλοιπο 30% στο ούζο είναι με προσθήκη νερού».
Σε αντίθεση λοιπόν με το ούζο, που ο ίδιος παίρνει έτοιμη την αλκοόλη, για την τσικουδιά αναλαμβάνει να την παρασκευάσει ο ίδιος με πρώτη ύλη όσα μένουν μετά τη διαδικασία της οινοποίησης, δηλαδή τα στέμφυλα και υπολείμματα του κρασιού. «Η απόσταξη συνδέεται με την οινοποίηση.
Χωρίς οινοποίηση δεν υπάρχει απόσταξη καθώς όλα τα προϊόντα μας παράγονται από τα στέμφυλα. Παρόλο που εγώ δεν παράγω κρασί, παίρνω τα υπολείμματα του σταφυλιού ή τα υπολείμματα του κρασιού, την οινολάσπη, ή και το κρασί ακόμη -τις “πιέσεις”- και τα αποστάζω».
Δείχνοντάς μας το αποστακτήριο, συνεχίζει: «Βάζουμε τα στέμφυλα που έχουν γύρω στους 11-12% βαθμούς αλκοόλη και θα βγάλουμε το αποτέλεσμα που θέλουμε με το βρασμό, καθώς το οινόπνευμα που είναι ελαφρύ, είναι εκείνο που φεύγει πρώτο. Γίνεται ατμός.
Ελέγχουμε τη θερμοκρασία του ατμού πάνω από τα φινιστρίνια, ώστε να μην περάσουν κατάλοιπα από το οινόπνευμα. Ο ατμός πηγαίνει μέσα στον ‘λουλά,’ στον ψύκτη. Εκεί ψύχεται και περνά στις δεξαμενές αυτόματα».
Το αποστακτήριο ήταν σφραγισμένο καθώς η διαδικασία εποπτεύεται από τις αρμόδιες αρχές. «Το τελωνείο θα έρθει να το ξεσφραγίσει ώστε να πάρουμε το προϊόν. Όταν κάνεις παραγωγή σου έχουν ανοιχτή την πόρτα του καζανιού. Είναι το φορολογικό καθεστώς…»
Τσικουδιά, τσίπουρο και ράκη (ή ρακί)
Ακούγοντας τον Λουκά να αναφέρεται στην τσικουδιά, η συζήτηση έρχεται στο… προαιώνιο ερώτημα: τι διαφορά έχει η τσικουδιά, το τσίπουρο και η ράκη; «Είναι η προσωπική μου άποψη», σπεύδει να επισημάνει ο Λουκάς πριν δώσει μιαν απάντηση.
«Υπάρχει ένας διχασμός. Ο χώρος που βγαίνει η τσικουδιά λέγεται ρακιδιό. Έτσι στην Κρήτη το ονόμασαν ρακή. Η τσικουδιά, το τσίπουρο και η ράκη είναι για μένα το ίδιο ακριβώς πράγμα. Η διαφορά στο τσίπουρο είναι ότι παλιά πρόσθεταν μέσα δεύτερο προϊόν εκτός από σταφύλι για να κάνουν βρασμό, πχ. γλυκάνισο, πορτοκάλι, μαστίχα. Όταν λοιπόν δεν είναι από καθαρό σταφύλι, τότε λέγεται τσίπουρο. Απλώς στη Βόρεια Ελλάδα το έχουν κάνει τώρα τσίπουρο με γλυκάνισο, τσίπουρο χωρίς γλυκάνισο. Το τσίπουρο χωρίς γλυκάνισο, η τσικουδιά και η ρακή είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα».
Στο ερώτημα γιατί ονομάζει το δικό του προϊόν «τσικουδιά», εξηγεί ότι «εδώ στη Σαντορίνη, τα υπολείμματα του σταφυλιού, τα στέμφυλα, τα λέγαν τσίκουδα. Η νομοθεσία μάς έδωσε την επιλογή “τσίπουρο ή τσικουδιά” έτσι κι εγώ κράτησα αυτή την ονομασία».
Οι δεξαμενές αποθήκευσης, η εμφιάλωση και τα γαλλικά βαρέλια παλαίωσης
Συνεχίζοντας την ξενάγηση στη βιοτεχνία «Κάναβα Σαντορίνη», αφήνουμε τα αποστακτήρια -τα οποία σημειωτέον μπορούν να δουν οι επισκέπτες του μουσείου που ο Λουκάς έχει φτιάξει- και πηγαίνουμε στο χώρο των δεξαμενών και της εμφιάλωσης.
Το προϊόν της απόσταξης θα μεταφερθεί στις δεξαμενές όπου στην περίπτωση του ούζου θα «κάτσει» για έναν με ενάμιση μήνα προκειμένου να «ηρεμήσει» και να δέσουν τα υλικά του.
Από εκεί, θα οδηγηθεί στα ειδικά φίλτρα και κατόπιν είτε στα εμφιαλωτικά μηχανήματα για να γεμιστούν χειροκίνητα ορισμένα μπουκάλια με ιδιαίτερο σχήμα, είτε στην αυτόματη γραμμή εμφιάλωσης όπου τα μπουκάλια πλένονται, γεμίζονται, σφραγίζονται και τοποθετείται η ετικέτα.
Ένα μέρος της τσικουδιάς, ωστόσο, δεν θα καταλήξει στα μπουκάλια, αλλά σε βαρέλια γαλλικής κατασκευής, στον χώρο παλαίωσης. Εκεί θα παραμείνει για μερικά χρόνια προκειμένου να βγει ένα ιδιαίτερο προϊόν. «Έχουμε μια ποικιλία γαλλικών βαρελιών διαφόρων εταιριών, με το καθένα να αφήνει τα δικά του στοιχεία, τα δικά του χαρακτηριστικά. Παίρνουμε από όλα τα βαρέλια το ποσοστό που θέλουμε ώστε να έχει το γευστικό αποτέλεσμα που θέλουμε και κάνουμε ένα χαρμάνι από 5-7 βαρέλια».
Με ή χωρίς πάγο;
Πριν τελείωσε η ξενάγηση, μένουν δύο ερωτήματα να απαντήσει ο Λουκάς. «Ούζο ή τσικουδιά;» είναι το πρώτο.
«Αναλόγως την εποχή κι αναλόγως τον μεζέ που έχεις. Το καλοκαιράκι περισσότερο το ούζο, το χειμώνα τσικουδιά».
«Με ή χωρίς πάγο;» το επόμενο ερώτημα.
«Το ούζο πάντα θέλει πάγο. Πρέπει να μπει πρώτα το νεράκι και μετά ο πάγος ώστε να μην ψυχθεί απότομα και διαχωριστεί ο γλυκάνισος και να το πιεις πριν λιώσει ώστε να μην αλλοιωθεί η γεύση», εξηγεί ο ειδικός, έναν χαρακτηρισμό που ο ίδιος μάλλον δε θα αποδεχόταν. «Δεν υπάρχουν απόλυτοι γνώστες. Καθημερινά διδασκόμαστε και μαθαίνουμε κι εμείς. Κανένας δεν γεννήθηκε και τα ξέρει όλα».
Περισσότερα για τη διαδικασία της απόσταξης, όπως γίνεται σήμερα, αλλά και στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, μπορεί κανείς να μάθει εάν επισκεφτεί το μουσείο του Λουκά Λυγνού στην «Κάναβα Σαντορίνης».
 
 
 
 

Τσίπουρο Τσιλιλή

Το Τσίπουρο Τσιλιλή είναι το πρώτο που εμφιαλώθηκε στη Θεσσαλία, η οποία αποτελεί την πατρίδα του τσίπουρου με μακρά ιστορική παράδοση και την περιοχή με τη μεγαλύτερη παραγωγή τσίπουρου στη χώρα.
Το τσίπουρο με γεωγραφική ένδειξη «Θεσσαλία» αποτελεί ένα αναγνωρισμένο προϊόν από την Ε.Ε με ιδιαίτερα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά. 
Το Τσίπουρο Θεσσαλίας Τσιλιλή παράγεται από σταφύλια αρωματικών ποιοτικών ποικιλιών, που καλλιεργούνται σε επιλεγμένα αμπελοτεμάχια της Θεσσαλικής γης κάτω από ελεγχόμενες συνθήκες με σεβασμό στον άνθρωπο και το περιβάλλον.
Μετά την αλκοολική ζύμωση, τα στέμφυλα αποστάζονται σε μικρούς, ασυνεχείς, χάλκινους-ανοξείδωτους αποστακτήρες με χρήση ατμού, μέσα από μία υπομονετική και ενδελεχή διαδικασία. Mόνο η «καρδιά» συλλέγεται, το μέρος του αποστάγματος που έχει τα πιο καθαρά, φινετσάτα αρώματα, βελούδινη γεύση και που είναι απαλλαγμένο από βλαβερές ουσίες, για να αποτελέσει το Τσίπουρο Τσιλιλή.
 
Το Τσίπουρο Τσιλιλή παίρνει δύο μορφές: μία Χωρίς Γλυκάνισο όπου κυριαρχούν τα ποικιλιακά αρώματα του σταφυλιού και μία Με Γλυκάνισο όπου τα πικάντικα αρώματα των ελληνικών βοτάνων προσδίδουν ένα παραδοσιακό χαρακτήρα.
 
 
 
 

«Παλαιωμένο» Τσίπουρο Κατσάρου

Για 3 χρόνια ξεκουράστηκε και ισορρόπησε το χαρακτήρα του.
 Πήρε χρώμα ζωηρού κεχριμπαριού και τώρα έχει μαζί του αρώματα σοκολάτας και λευκών λουλουδιών.
 
Έχει γεύση από τραγανά δαμάσκηνα, καβουρδισμένα αμύγδαλα και επίγευση φρέσκιας βανίλιας. Είναι γεμάτη ένταση και πάθος η στιγμή, καθώς ανοίγεις ένα δρύινο βαρέλι που κρατά μέσα του τους κόπους σου.
 
Αυτό είναι το παλαιωμένο Τσίπουρο Κατσάρος
 
 
 
 

ΤΣΙΚΟΥΔΙΑ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕ ΚΙΤΡΑ

Πρόκειται για τσικουδιά εμπλουτισμένη με εκχυλίσματα Κίτρου, που της προσθέτουν ουράνια γεύση όσο και άρωμα.
Τα κίτρα ή αλλιώς τα “Φαρμακευτικά εσπεριδοειδή”, όπως τα αποκαλούσαν στην αρχαιότητα, έχουν μοναδικές αντιοξειδωτικές ιδιότητες, χαρίζοντας υγεία και ομορφιά.
 
Παράγεται και εμφιαλώνεται για την AGRECOFARMS
200ml
38% Vol
ΠΡΟΪΟΝ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ
ISO 22000:05
 
Ελληνικό Προϊόν
 
 
 
 
 
 

Τσίπουρο 50 Soniadis

Στην καρδιά του αµπελώνα Αµυνταίου, το βορειότερο της Ελλάδος, ωριµάζει εδώ και αιώνες η ευγενική ποικιλία του Ξινόµαυρου, ευνοηµένη από το µοναδικό µικροκλίµα της περιοχής των τεσσάρων λιµνών.
 Εδώ δηµιουργεί ο Σπύρος Σονιάδης µετά από προσεκτική, διπλή απόσταξη σε χάλκινο άµβυκα ένα µοναδικό σε καθαρότητα απόσταγµα.Ένα τσίπουρο που περικλείει όλη την γνώση και την παράδοση της περιοχής στην απόσταξη.
 
∆ύο διαφορετικά αποστάγµατα αφήνουν τον άµβυκα για να καλύψουν τις απαιτήσεις κάθε λάτρη του είδους, το τσίπουρο 50 χωρίς γλυκάνισο και µε γλυκάνισο. 
 Η συλλογή του τοπικά παραγόµενου γλυκάνισου, το οποίο καλλιεργούν οι αγρότες της περιοχής εδώ και αιώνες, γίνεται µε τον παραδοσιακό θερισµό, ο οποίος διατηρεί ανέπαφο τον πολύτιµο σπόρο.
 Μετά από λεπτοµερείς ποιοτικούς ελέγχους οδηγείται στην εµφιάλωση και παίρνει το δρόµο του για τα καλύτερα εστιατόρια, µεζεδοπωλεία και τσιπουράδικα της Ελλάδας, στις συσκευασίες των 50, 200 και 700ml. 
 
Έτσι δηµιουργείται το τσίπουρο 50, ένα παραδοσιακό προϊόν µε απαράµιλλη ποιότητα, εµπνευσµένο από το κλασικό πενηνταράκι των καπηλειών του κάποτε, στη σύγχρονη εκδοχή του. 
 
 
 
 
 
 

Τσικουδιά, Αρόδαμα

Το κρυστάλλινο διάφανο χρώμα της, το ιδιαίτερο άρωμα της και η πλούσια αυθεντική της γεύση σε ταξιδεύουν μέσα στο χρόνο. Κάποια μυστικά που οι άνδρες της Κρήτης γνωρίζουν καλά από το Μινωικό πολιτισμό μέχρι και σήμερα, «ζεσταίνοντας» και τις καρδιές όσων ξέρουν να τη γεύονται.

Η Τσικουδιά Αρόδαμα παράγεται από εκλεκτές ποικιλίες στεμφύλων σταφυλής από εκλεκτό Ρωμαίικο, Μοσχάτο Σπίνας και Βιλάνα των ιδιαίτερων περιοχών της Κρητικής γης.

Μοναδική στην παρέα, εξαιρετική σε γεύση και άρωμα η Τσικουδιά Αρόδαμα θα γεμίσει το τραπέζι σας με χαρά και ιδιαίτερες στιγμές Κρητικής μαγείας.

 

 

Τσίπουρο Ασημένια Λίμνη

Το τσίπουρο Ασημένια Λίμνη είναι διπλής απόσταξης, χωρίς γλυκάνισο και παράγεται εξ ολοκλήρου από το σταφυλοπολτό της λευκής ντόπιας ποικιλίας Ντεμπίνα της Ζίτσας, στο αποστακτήριο του οινοποιείου μας που λειτουργεί από το 2004.
 Η ζύμωση του απορραγισμένου σταφυλοπολτού γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να διατηρηθούν τα πρωτογενή χαρακτηριστικά αρώματα της ποικιλίας του σταφυλιού. Η απόσταξη του κρασιού με τα στέμφυλα γίνεται σε συνθήκες ιδανικές, έτσι ώστε το αποτέλεσμα να είναι ένα απόσταγμα με φίνα αρώματα και βελούδινη γεύση.Χρώμα, Άρωμα, Γεύση
 
Χρώμα: Διαφανές και κρυστάλλινο με ασημένιες ανταύγειες.   
 
Μύτη: Από την πρώτη στιγμή αναδύονται όλα τα χαρακτηριστικά ντελικάτα αρώματα της ποικιλίας Ντεμπίνα.  
 Στόμα: Γεύση ισορροπημένη με ευχάριστο αρωματικό τελείωμα. Χάρη στη διπλή του απόσταξη χαρακτηρίζεται από μια ιδιαίτερα απαλή επίγευση.
 Χαρακτηριστικά
ΑΠΟΣΤΑΞΗ
Ο σταφυλοπολτός ζυμώνεται για ένα μήνα και τα σάκχαρά του μετατρέπονται σε αλκοόλη. Το μίγμα αποστάζεται σε κατάλληλους άμβυκες. Απομακρύνονται η κεφαλή και η ουρά και παίρνουμε μόνο την καρδιά των καρπών που έχει καθαρότερο, φίνο και πιο βελούδινο άρωμα και γεύση.
ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΕ ΑΛΚΟΟΛ
42%
ΕΜΦΙΑΛΩΣΗ
500 ml.
ΣΕΡΒΙΡΕΤΑΙ
Αυτούσιο και παγωμένο σε χαμηλά ποτήρια τσίπουρου.
 
 
 
 
 
 

Ούζο Ματαρέλλη

Ο Χαράλαμπος Ματαρέλλης
είναι γιός αγροτών και έμαθε από νωρίς την καλλιέργεια του γλυκάνισου στην οποία αφιέρωσε τη ζωή του. Γνήσιος Μυτιληνιός και άνθρωπος της φύσης καλλιεργεί κάθε χρόνο τον γλυκάνισο στα παραθαλάσσια κτήματα του, που βρέχονται από τη θάλασσα του κόλπου της Καλλονής, στο χωριό Λισβόρι, εκεί που παράγεται ο καλύτερος γλυκάνισος στον κόσμο.
 
Ο Χαράλαμπος Ματαρέλλης, συνδυάζει μοναδικά την παράδοση με την τεχνογνωσία, το μεράκι και, πάνω από όλα, την αγάπη για τη γη. Γι’ αυτό  παρουσιάζει με υπερηφάνεια το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας που διαρκεί έξι ολόκληρους μήνες, από τη σπορά του γλυκάνισου το Φεβρουάριο μέχρι το θερισμό και το αλώνισμά του τον Ιούλιο.
 
Αλλά και η διαδικασία της απόσταξης είναι ένα τελετουργικό που γίνεται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που ακολουθούσε και η οικογένεια του Χαράλαμπου Ματαρέλλη, οι οποίοι του δίδαξαν την τέχνη της ουζοποιίας.
 "Η δουλειά του ουζοποιού δεν είναι εύκολη, θέλει μεράκι και υπομονή αλλά η πρώτη φιάλη που βγαίνει κάθε χρονιά από το Ουζοποιείο Ματαρέλλη, η πρώτη γουλιά, είναι η δική μου ανταμοιβή".
Τα λόγια του Χαράλαμπου Ματαρέλλη συνοψίζουν την ουσία ενός χειροποίητου Ούζου, από 100% απόσταξη.
 
 
 
 

Οικογένεια Σταύρου Σπυρόπουλου

Το μεράκι, η αγάπη για το τσίπουρο αλλά και η επιμονή της Οικογένειας Σπυρόπουλου από την Εύβοια, δημιούργησαν αυτό το παλαιωμένο φινετσάτο απόσταγμα με εκφραστικά αρώματα και πλούσια σοκολατένια γεύση. Η άριστη πρώτη ύλη, το νερό που προέρχεται από πηγή στα ορεινά της Δίρφυς, η ζύμωση σε ελεγχόμενες θερμοκρασίες και η προσεκτική απόσταξη σε χάλκινους άμβυκες, οδηγούν σε  ένα καθαρό απόσταγμα, το οποίο αφού ωριμάσει για μερικούς μήνες σε δρύινα βαρέλια Γαλλικής και Αμερικάνικης προέλευσης, αποκτά σύνθετο, μελωμένο και ελκυστικό χαρακτήρα.
Το χρώμα του είναι κεχριμπαρένιο, με τα φρουτώδη αρώματα να είναι ώριμα και να θυμίζουν μαρμελάδες φρούτων και αποξηραμένες φλούδες πορτοκαλιού, και την δρυ να ντύνει το απόσταγμα με γλυκά μπαχαρικά, βανίλια, καραμέλα βουτύρου, κακάο και ξηρούς καρπούς.
Η γεύση του είναι πλούσια και επίμονη, με τις γεύσεις από την δρυ να πολιορκούν τον ουρανίσκο και να αφήνουν μία μακρά σοκολατένια επίγευση.
Απολαύστε το σκέτο στους 16 – 20 °C, παρέα με ξηρούς καρπούς, αποξηραμένα φρούτα, σοκολάτα, πλούσια λιπαρά τυριά, αυγοτάραχο αλλά και με ένα εκλεπτυσμένο πούρο.
 
 
 

Ποτοποιία ΕΒΑ Μυτιλήνης

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΑΠΟΣΤΑΓΜΑΤΩΝ ΑΕ ή αλλιώς “ΕΒΑ” αποτελεί γενεσιουργό βάση όλων των παραπάνω προϊόντων, ταυτόσημων με την ίδια την κουλτούρα της Λέσβου. “ΕΒΑ”είναι μία σύντομη εκφορά του γνωστού “εβίβα”.
Υποδηλώνει την ζεστή κίνηση τσουγκρίσματος των ποτηριών μέσω της οποίας ανοίγουν οι ορίζοντες στις σχέσεις των ανθρώπων, τη μοναδικότητα της στιγμής, την ίδια τη ζωή.
 
Η εταιρεία που εκφέρεται στο μυαλό των ντόπιων ως μία μεγάλη οικογένεια ιδρύθηκε το 1995 αποτελώντας μία ακόμη εύστοχη κίνηση στην ήδη επιτυχημένη και πολύμορφη επιχειρηματική διαδρομή που χάραξαν από κοινού οι Αδελφοί Πατρικόπουλοι.
Ο παππούς των ιδρυτών με καταγωγή από την Πέργαμο της Μ. Ασίας άφησε στις επόμενες γενιές μια σπουδαία κληρονομιά, την απόσταξη, το μεράκι και την παράδοση στο ούζο.
Η ίδρυση της “ΕΒΑ” ακολούθησε την μέχρι τότε 26άχρονη επιχειρηματική τους δράση στον τομέα των τροφίμων και ποτών.
 
 
 
 
 
 
 
Subscribe to this RSS feed